Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013

Οι λευκοί της Ευρώπης

Το ανθρώπινο είδος έχει πολυάριθμες φυλές. Κάθε μία διαθέτει ξεχωριστά σωματικά και ψυχικά γνωρίσματα. Η φυλές της Ευρώπης είναι οι πλέον μελετημένες, καθώς οι περισσότεροι φυλετικοί ανθρωπολόγοι ανήκουν σε αυτές και τους ήταν πιο εύκολο να τις μελετήσουν.

Φυλετικοί τύποι της Ευρώπης

- Νορδικός
- Βαλτικός
- Αλπικός
- Διναρικός
- Κρομανοειδής
- Μεσογειακός
- Ατλαντοειδής

Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013

Φυλετικά χαρακτηριστικά

Τα σημαντικότερα γνωρίσματα ενός ανθρώπου που χρησιμεύουν για την φυλετική ταξινόμησή του είναι τα γνωρίσματα του κεφαλιού και του προσώπου, το χρώμα του δέρματος, το μέσο ύψος και ο σωματικός τύπος. Σημαντικά είναι και τα ψυχικά γνωρίσματα, τα οποία όμως για να γίνουν αντιληπτά χρειάζεται μελέτη της συμπεριφοράς του εξεταζόμενου ατόμου.

Οι φυλές διαφέρουν συνολικά σε πάρα πολλά χαρακτηριστικά του σώματος, αλλά για την φυλετική ταξινόμηση έχουν επιλεγεί και μελετηθεί πληρέστερα τα στοιχεία του προσώπου, καθώς είναι ευδιάκριτα.

Τα χαρακτηριστικά του κεφαλιού - προσώπου εμφανίζονται σε συγκεκριμένους συνδυασμούς με πολύ μεγάλη συσχέτιση, η οποία γίνεται μεγαλύτερη όταν μάλιστα είναι γνωστό ότι μια κοινότητα ανθρώπων είναι απομονωμένη από άλλες, ώστε να αποκλείεται η επιμειξία. Με αυτόν τον τρόπο είναι σχετικά εύκολο να διαχωριστούν οι ανθρώπινες φυλές. Οι ενδιάμεσοι τύποι προκύπτουν μόνο από επιμειξία και μπορούμε να συμπεράνουμε από ποιες φυλές έχουν λάβει τα διάφορα χαρακτηριστικά τους.

Η φυλετικές μελέτες βασίζονται είτε στην υποκειμενική παρατήρηση, είτε σε μετρήσεις. Η σημαντικότερη μέτρηση είναι ο κεφαλικός δείκτης. Κεφαλικός δείκτης = μήκος κεφαλιού / πλάτος κεφαλιού. Το μήκος μετριέται από το μέτωπο και προς τα πίσω, ενώ το πλάτος μετριέται στα ζυγωματικά. Οι μετρήσεις αυτές γίνονται και επί κρανίων, οπότε ο προκύπτων δείκτης ονομάζεται κρανιακός δείκτης. Λόγω του δέρματος, ο κρανιακός δείκτης προκύπτει κατά 2 μονάδες μικρότερος από τον κεφαλικό δείκτη (ΚΔ).

Τα κεφάλια κατηγοριοποιούνται ως δολιχοκεφαλικά (ΚΔ<80), μεσοκεφαλικά και βραχυκεφαλικά (ΚΔ>82). Η παρατήρηση περί δολιχοκεφαλικού ή βραχυκεφαλικού σχήματος γίνεται από πάνω (κάτοψη του κεφαλιού).


Άλλη μέτρηση είναι αυτή του ρινικού δείκτη (=πλάτος/μήκος μύτης). Αυτός οδηγεί σε κατηγοριοποίηση ως προς τη μύτη σε λεπτόρρινους, μεσόρρινους και πλατύρρινους. Αντίστοιχα με το πρόσωπο, με κατηγοριοποίηση σε λεπτοπρόσωπους, μεσοπρόσωπους και ευρυπρόσωπους. Τις περισσότερες φορές η ταξινόμηση μπορεί να γίνει μέσω παρατήρησης, συχνά με τη βοήθεια χρωματικής κλίμακας και όχι μετρήσεων.

Αντίστοιχος τρόπος κατηγοριοποίησης γίνεται και για τον σωματικό τύπο. Ο εξωμορφικός τύπος χαρακτηρίζεται από λεπτά και μακριά άκρα και μύες, έχει ελάχιστο λίπος και θεωρείται λεπτός. Ο εξωμορφικός τύπος έχει παχιά και κοντά άκρα και μύες, έχει αρκετό λίπος και θεωρείται παχύς. Ο μεσομορφικός τύπος είναι η ενδιάμεση κατάσταση.

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2013

Φυλές και Έθνη

Αν αντικατασταθούν στην Ελλάδα όλοι οι Έλληνες από Πακιστανούς που μαθαίνουν σταδιακά την Ελληνική γλώσσα και τα Ελληνικά έθιμα, είναι βέβαιο ότι θα μιλάμε πλέον για έναν άλλο λαό. Αυτό σημαίνει ότι η φυλή έχει πολύ μεγάλη σχέση με την έννοια του έθνους. Έθνος ορίζεται ως σύνολο ατόμων του ίδιας φυλής και κοινής συνείδησης.

ΕΘΝΟΣ = ΦΥΛΗ + ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ

Στην παραπάνω ισότητα, η φυλή είναι κάτι αναλλοίωτο και καθορίζεται εκ γεννετής. Αντιθέτως, η εθνική συνείδηση μπορεί να αλλάξει. Άτομα διαφορετικής φυλής ή χωρίς εθνική συνείδηση δεν ανήκουν στο έθνος, ακόμα και αν διαβιούν εντός κοινής επικράτειας. Είναι δυνατόν άτομα της ίδιας φυλής για διάφορους ιστορικούς λόγους να διαχωρίστηκαν και να απέκτησαν διαφορετική εθνική συνείδηση, συνεπώς αποτελούν διαφορετικά έθνη, παρότι ανήκουν στην ίδια φυλή. Όμως, αλλόφυλα άτομα δεν μπορούν να γίνουν μέλη του έθνους, ακόμα και αν αποκτήσουν εθνική συνείδηση, καθώς η φυλή δεν αλλάζει.

Η εθνική συνείδηση, που βασίζεται στην συνείδηση της κοινής καταγωγής, ενισχύεται από δευτερογενή στοιχεία, όπως είναι η γλώσσα, η θρησκεία, τα έθιμα, η πολιτική διοίκηση, η κοινή ιστορία, αλλά όλα αυτά τα στοιχεία δεν είναι αναγκαία. Το αναγκαίο χαρακτηριστικό είναι η φυλή, η οποία λόγω των ψυχικών χαρακτηριστικών της επηρεάζει την ανάπτυξη και των δευτερογενών στοιχείων προς κατεύθυνση κοινή για την ενότητα του έθνους.


Λαοί χωρίς κοινή φυλετική καταγωγή, ακόμα και αν διαθέτουν πολλά δευτερογενή στοιχεία, δεν αποτελούν έθνη. Παράδειγμα οι ΗΠΑ που αποτελούν μια πανσπερμία φυλών με κοινή διοίκηση, κοινή γλώσσα και κάποια χρόνια κοινής ιστορίας. Τα πολυφυλετικά κράτη βρίσκονται πάντα υπό τον κίνδυνο διάλυσης και χρειάζεται σκληρή και βίαιη εξουσία με απόλυτα ελεγχόμενη προπαγάνδα για να διατηρηθούν. Όσο πιο απολυταρχικά, τόσο περισσότερο καιρό θα αντέξουν. Ωστόσο, οι εσωτερικές έριδες, κοινωνικές, πολιτικές, πολιτιστικές, θρησκευτικές, που προκύπτουν από τη διαφορετική ψυχοσύνθεση των φυλών που απαρτίζουν τον λαό, θα προκαλέσουν εξασθένιση του κράτους και η διάλυση θα είναι θέμα χρόνου, από εσωτερική ή εξωτερική αφορμή. Οι διαφορετικές φυλές, λόγω διαφορετικών ψυχικών χαρακτηριστικών, έχουν διαφορετικό τρόπο συμπεριφοράς, διαφορετικά συμφέροντα, διαφορετική κοσμοθέαση, διαφορετικές προτιμήσεις κοινωνικές και πολιτιστικές, με αποτέλεσμα αυτές οι διαφοροποιήσεις να συσσωρεύονται και να υπονομεύουν την σταθερότητα του κράτους. 


Η φυλή είναι η κινητήριος δύναμη της ιστορίας. Σε αυτό το συμπέρασμα έφτασε και ο Αρτούρ ντε Γκομπινώ στο βιβλίο του "Περί της Ανισότητας των Ανθρωπίνων Φυλών" το 1855, ένα χρόνο μάλιστα πριν την δημοσίευση του βιβλίου του Δαρβίνου, που εξηγεί την διαδικασία της φυλογένεσης. Το βιβλίο του Γκομπινώ επεξηγεί αναλυτικά με πλήθος ιστορικών παραδειγμάτων ότι η φυλή είναι ο σημαντικότερος παράγοντας της ιστορίας και όχι οι περιβαλλοντικές συνθήκες ή οι οικονομικές και πολιτικές σκοπιμότητες, που επιφανειακά προβάλλουν ως σημαντικότεροι παράγοντες. Διακρίνοντας μέσα από τις διάφορες διενέξεις μεταξύ των λαών στο διάβα της ιστορίας, κάτω από τις πολιτικές αποφάσεις κρύβονται εμμέσως πλην σαφώς φυλετικά κριτήρια. Οι φυλές είναι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας και τα διαφορετικά τους ψυχικά χαρακτηριστικά εξηγούν για ποιο λόγο σε έναν τόπο αναπτύχθηκε υψηλός πολιτισμός, βιομηχανική ανάπτυξη, κτλ. ενώ σε άλλον όχι.

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Κληρονομικότητα

Πολλές φορές θα έχετε αναρωτηθεί για ποιον λόγο τα παιδιά άλλοτε μοιάζουν στον πατέρα, άλλοτε στη μητέρα και άλλοτε είναι δύσκολο να απαντήσεις με σιγουριά. Απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα δίνουν οι νόμοι της γενετικής που ανακάλυψε ο Γιόχαν Μέντελ (1822-1884). Τα επόμενα παραδείγματα βασίζονται στα πειράματα του Μέντελ.

Ας υποθέσουμε ότι κάνουμε μείξη δύο λουλουδιών, ένα με κόκκινο άνθος και ένα με λευκό άνθος. Η πατρική γενιά P δίνει απογόνους την πρώτη γενιά των παιδιών F1. Το χρώμα της γενιάς των παιδιών είναι ροζ, δηλαδή το ενδιάμεσο κόκκινου και άσπρου.


Τα παραπάνω σχήμα περιγράφει τον πρώτο νόμο του Μέντελ: Τα μέλη της πρώτης γενιάς παιδιών F1 γονέων που διαφέρουν σε ένα χαρακτηριστικό είναι ίδια. Στην δεύτερη γενιά όμως παιδιών, το αποτέλεσμα είναι αυτό του παρακάτω σχήματος.


Αν αυτά τα υβρίδια διασταυρωθούν μεταξύ τους, προκύπτει μια εντελώς διαφορετική εικόνα. Στην δεύτερη γενιά παιδιών F2 έχουμε ένα τέταρτο κόκκινα άνθη, δύο τέταρτα ροζ άνθη και ένα τέταρτο λευκά άνθη. Η αναλογία αυτή είναι καθαρή μόνο για μεγάλο αριθμό απογόνων. Έτσι προκύπτει ο δεύτερος νόμος του Μέντελ: Η δεύτερη γενιά F2 που έχει προκύψει από γονείς που διαφέρουν σε ένα χαρακτηριστικό δεν είναι ομοιόμορφη όπως η πρώτη, αλλά διαχωρίζεται σε διαφορετικές μορφές με βάση μια καθορισμένη αριθμητική αναλογία.

Τα χαρακτηριστικά της πατρικής γενιάς P επανεμφανίζονται, κάθε μία στο ένα τέταρτο των απογόνων της δεύτερης γενιάς F2, ενώ το υπόλοιπο μισό των απογόνων F2 είναι όπως η πρώτη γενιά F1. Αν συνεχιστεί αυτό και σε τρίτη γενιά προκύπτει το αποτέλεσμα του παρακάτω σχήματος.

Τα κόκκινα και τα λευκά άνθη της γενιάς F2 παράγουν μόνο κόκκινα και λευκά άνθη αντίστοιχα, επιστρέφοντας έτσι στον αρχικό τύπο. Οι απόγονοι ανήκουν στον καθαρό αρχικό τύπο αναπαράγοντας διαρκώς αυτόν τον αρχικό τύπο. Τα υβρίδια παράγουν ένα τέταρτο κόκκινα, ένα τέταρτο λευκά και δύο τέταρτα ροζ άνθη, δηλαδή η συμπεριφορά είναι η ίδια με αυτήν της πρώτης γενιάς.

Οι νόμοι αυτοί ισχύουν και για τα ζώα και συνεπώς και για τον άνθρωπο. Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι η πρώτη γενιά F1 έχει ενδιάμεσο χαρακτηριστικό μεταξύ των δυο γονέων. Αν διασταυρωθούν δύο σκυλιά, ένα μαύρου τριχώματος με ένα άσπρου τριχώματος, αναμένονται απόγονοι πρώτης γενιάς F1 ενδιάμεσου χρώματος. Αυτό όμως δεν συμβαίνει ωστόσο. Όλη η πρώτη γενιά είναι μαύρου τριχώματος. Ο πρώτος νόμος του Μέντελ διατηρεί την ισχύ του, καθώς όλα τα μέλη της πρώτης γενιάς είναι ίδια. Το χαρακτηριστικό του μαύρου τριχώματος είναι πιο ισχυρό από το αντίστοιχο του λευκού τριχώματος.

Το πρώτο ονομάζεται επικρατές χαρακτηριστικό, ενώ το δεύτερο υπολειπόμενο. Στην δεύτερη γενιά F2 δεν προκύπτουν μόνο μαύροι απόγονοι, αλλά τρία τέταρτα μαύροι και ένα τέταρτο λευκοί. Ο δεύτερος νόμος του Μέντελ διατηρείται και αυτός σε ισχύ, καθώς το ένα τέταρτο είναι λευκοί απόγονοι, το ένα τέταρτο μαύροι και τα δύο τέταρτα που θα έπρεπε να έχουν ενδιάμεσο χρώμα. Ωστόσο το επικρατές χαρακτηριστικό κυριαρχεί και τα δύο αυτά τέταρτα προκύπτουν μαύρα. Συνεπώς τα τρία τέταρτα των απογόνων προκύπτουν μαύρα.

Από τα παραπάνω παραδείγματα συνάγεται ότι τα κληρονομούμενα χαρακτηριστικά διαφέρουν από απόγονο σε απόγονο. Επίσης, τα χαρακτηριστικά μπορεί να είναι εντός του σώματος και μην είναι εμφανή. Τα χαρακτηριστικά που κληρονομούνται αφορούν το σύνολο του οργανισμού, ασχέτως αν τα χαρακτηριστικά είναι ορατά ή όχι. Κληρονομούνται και τα ψυχικά χαρακτηριστικά, καθότι προκύπτουν από τα όργανα που σχετίζονται με τις διανοητικές λειτουργίες και τις αισθήσεις. Άλλωστε σωματικά και ψυχικά χαρακτηριστικά δεν είναι ξεχωριστά στη φύση, αλλά αποτελούν μια αδιαίρετη ολότητα. Ο διαχωρισμός μεταξύ των σωματικών και ψυχικών χαρακτηριστικών γίνεται από τον άνθρωπο αποκλειστικά για διευκόλυνση.

Οι δύο πρώτοι νόμοι του Μέντελ αναφέρονται στην περίπτωση που οι γονείς έχουν μόνο ένα χαρακτηριστικό διαφορετικό, στην παραπάνω περιπτώσεις το χρώμα του άνθους ή το χρώμα του τριχώματος. Στην πράξη υπάρχουν πολλά χαρακτηριστικά στην περίπτωση των ζώων και των φυτών και σπανίως η διαφορά είναι μόνο σε ένα χαρακτηριστικό. Προκύπτει έτσι ο τρίτος νόμος του Μέντελ: ο νόμος της ανεξαρτησίας των χαρακτηριστικών. Δηλαδή, αν συνδυαστούν πυκνά μαύρα μαλλιά με αραιά καστανά, το αποτέλεσμα μπορεί να προκύψει με όλους τους συνδυασμούς, μεταξύ των οποίων και πυκνά καστανά και αραιά μαύρα μαλλιά. Η πλήρης ανεξαρτησία των χαρακτηριστικών ωστόσο αμφισβητείται από κάποιους και μένει η γενετική να ξεδιαλύνει το τοπίο.

Ακόμη δεν έχει καταφέρει η γενετική να βρει ποια γονίδια, τμήματα του γενετικού υλικού, δίνουν τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά. Επίσης, είναι άγνωστο ποια χαρακτηριστικά είναι επικρατή και ποια είναι υπολειπόμενα. Όλα αυτά σε συνδυασμό με τον μεγάλο αριθμό χαρακτηριστικών του ανθρώπου εξηγούν γιατί πολλοί δεν μπορούν να κατανοήσουν τους νόμους της κληρονομικότητας.

Από τους νόμους του Μέντελ είναι εμφανές ότι άλλο είναι το σύνολο του γενετικού υλικού και άλλα τα χαρακτηριστικά που εμφανίζει ο οργανισμός στην πράξη. Ενώ ένας οργανισμός έχει πάρει γενετικό υλικό και από τους δύο γονείς του για ένα χαρακτηριστικό, αυτό που εμφανίζει ο οργανισμός μπορεί να είναι είτε του ενός γονέα, είτε του άλλου, είτε μια μίξη, ανάλογα με το ποιανού γονέα το χαρακτηριστικό ή αλλιώς γονίδιο είναι επικρατές ή όχι. Το σύνολο του γενετικού υλικού που φέρει ένας οργανισμός μέσα του ονομάζεται γονότυπος, ενώ τα πραγματικά χαρακτηριστικά που τελικά εμφανίζονται στον οργανισμό ονομάζονται φαινότυπος.

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013

Εξέλιξη και Φυσική Επιλογή

Στη Βιολογία, όλοι οι οργανισμοί κατατάσσονται σε είδη, με κριτήριο αν μέσω της αναπαραγωγής προκύπτουν γόνιμοι απόγονοι. Οι άνθρωποι ανήκουν όλοι στο ίδιο είδος, το ανθρώπινο είδος (homo sapiens) καθώς η μίξη δυο οποιωνδήποτε ανθρώπων, όσο κι αν διαφέρουν, δίνει γόνιμο απόγονο. Ωστόσο, εντός του ανθρώπινου είδους οι διαφορές είναι εμφανείς, τόσο ως προς τα εξωτερικά σωματικά γνωρίσματα, αλλά και ως προς τα πιο δύσκολα να διαπιστωθούν ψυχικά γνωρίσματα, ώστε προκύπτει η ανάγκη διαχωρισμού του ανθρωπίνου είδους σε φυλές.

Φυλή είναι μια ομάδα ατόμων με σωματικά και ψυχικά χαρακτηριστικά διαφορετικά από άλλες αντίστοιχες ομάδες. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι υπάρχουν σωματικές διαφορές μεταξύ των ανθρώπων. Αρκεί να σκεφτεί κανείς έναν Ινδιάνο, έναν (ιθαγενή) Ευρωπαίο και έναν Νέγρο. Δείτε τους και θα καταλάβετε.


Αρκετοί αρνούνται την ύπαρξη φυλών, καθώς οι μίξεις είναι τόσες πολλές ώστε δεν υπάρχει στην πράξη διαχωρισμός των φυλών. Ωστόσο, με κατάλληλη παρατήρηση μπορούν να εντοπιστούν διακριτές φυλές. Το φαινόμενο της ύπαρξης ενδιάμεσων τύπων εξηγείται από τους νόμους της κληρονομικότητας σχετικά με την επιμειξία των φυλών.

Ο Κάρολος Δαρβίνος (1809-1882) ήταν αυτός που πρώτος περιέγραψε την διαδικασία της ειδογένεσης. Στο βιβλίο του "Η καταγωγή των ειδών" το 1856 απεδείχθη ότι τα νέα είδη προκύπτουν από την διαφοροποίηση μέρους του πληθυσμού ενός είδους, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένας ξεχωριστός κλάδος εντός του είδους. Η διαφοροποίηση αυτή κάποια στιγμή γίνεται τόσο μεγάλη, ώστε είναι αδύνατη η αναπαραγωγή μεταξύ του αρχικού είδους και του διαφοροποιημένου κλάδου του, με αποτέλεσμα να προκύπτει ένα νέο είδος. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένα ενδιάμεσο στάδιο, όπου η μίξη μεταξύ του αρχικού είδους και του κλάδου να δίνει γόνιμο απόγονο, αργότερα όσο η διαφοροποίηση αυξάνει ο απόγονος καθίσταται όχι πάντοτε γόνιμος, μέχρι που είναι αδύνατο να παραχθεί απόγονος, οπότε έχουμε ένα νέο είδος. Οι διαδικασίες της ειδογένεσης διαρκούν πολλές χιλιάδες χρόνια, με αποτέλεσμα να μην γίνονται αντιληπτές κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου. Η συνεισφορά του Δαρβίνου είναι σημαντικότατη, διότι κατάφερε να κατανοήσει αυτήν την διαδικασία μετά από επίπονη και μακροχρόνια έρευνα.

Διάγραμμα που περιγράφει την ειδογένεση υπό τη μορφή κλάδων διαφοροποίησης. Από το βιβλίο "Η καταγωγή των ειδών" του οποίου είναι το μοναδικό σχήμα

Το ανθρώπινο είδος βρίσκεται τώρα στην κατάσταση όπου έχουν δημιουργηθεί κλάδοι διαφοροποίησης, που αντιστοιχούν στις φυλές, αλλά η διαφοροποίηση αυτή δεν έχει φτάσει στο σημείο του να θεωρηθούν ως νέα είδη. Το αναμενόμενο είναι ότι αν συνεχιστεί η διαφοροποίηση αυτή, με τις φυλές να μην μειγνύονται μεταξύ τους, τότε στο μέλλον θα μιλάμε για νέα είδη. Κλασικό παράδειγμα πλήρους διαχωρισμού μεταξύ ειδών είναι το άλογο και ο γάιδαρος, που μπορούν να αναπαραχθούν, αλλά ο απόγονος, το πουλάρι, δεν είναι γόνιμος, συνεπώς αποτελούν διαφορετικά είδη, που διαχωρίστηκαν σχετικά πρόσφατα. Άλλο παράδειγμα πρόσφατα διαχωρισμένων ειδών είναι ο σκύλος με το τσακάλι και τον λύκο, όπου υπάρχουν μικρά ποσοστά γονιμότητας αν μειχθούν, συνεπώς η κατάταξή τους σε διαφορετικά είδη είναι προβληματική. Η διαφοροποίηση των ειδών περνά διαδοχικά στάδια μειωμένης γονιμότητας του απογόνου, έπειτα μειωμένης αναπαραγωγικής δυνατότητας και τέλος ο διαχωρισμός γίνεται πλήρης, δεν μπορεί να γίνει αναπαραγωγή και έχουμε νέο είδος. Έτσι εξηγείται για ποιόν λόγο υπάρχουν είδη που σχετίζονται μεταξύ τους, περισσότερο από ότι με άλλα, καθώς αποτέλεσαν διαφοροποιήσεις από κοινό πρόγονο, συνεπώς μοιάζουν αρκετά μεταξύ τους. Η συσχέτιση αυτή είναι εμφανής τις περισσότερες φορές και μας βεβαιώνει ότι ο άνθρωπος και ο πίθηκος προέρχονται από κοινή ρίζα. Αντίστοιχη συσχέτιση υπάρχει και μεταξύ των διαφόρων φυλών στον άνθρωπο, όπου μάλιστα είναι εμφανές ότι κάποιες φυλές έχουν μεγαλύτερη συσχέτιση μεταξύ τους από ότι με άλλες, καθότι προέκυψαν από κοινό κλάδο διαφοροποίησης.

Ο Δαρβίνος επίσης αναλύει την έννοια της φυσικής επιλογής, μέσω της οποίας επιβιώνουν οι οργανισμοί που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον τους. Οι επιβιώσαντες οργανισμοί αφήνουν απογόνους και με τον τρόπο αυτό περνούν μέσω της κληρονομικότητας τα χαρακτηριστικά τους στην επόμενη γενιά. Αποτέλεσμα είναι οι οργανισμοί στο πέρασμα των γενεών να προσαρμόζονται καλύτερα στο περιβάλλον τους, καθώς επιβιώνουν και κληροδοτούν τα χαρακτηριστικά τους οι καλύτερα προσαρμοσμένοι. Προϋπόθεση για τη λειτουργία της φυσικής επιλογής είναι οι οργανισμοί να μην είναι πανομοιότυποι, αλλά να υπάρχει ένας βαθμός τυχαίας μικροδιαφοροποίησης, ώστε να συσσωρευτούν τα ευνοϊκότερα χαρακτηριστικά.

Η διαδικασία της φυσικής επιλογής, όπου οι καλύτερα προσαρμοσμένοι επιβιώνουν και μέσω της κληρονομικότητας περνούν τα χαρακτηριστικά τους στην επόμενη γενιά.

Σημαντικό στοιχείο της εξελικτικής θεωρίας είναι η μη κληρονομικότητα των αποκτημένων χαρακτηριστικών κατά τη διάρκεια της ζωής ενός οργανισμού. Η επιστήμη έχει ήδη αποδείξει με την ανακάλυψη του γενετικού υλικού – DNA – ότι το γενετικό υλικό δεν αλλάζει κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου. Άλλωστε το γενετικό υλικό αποτελεί πλέον και αποδεικτικό στοιχείο της ταυτότητας ενός ανθρώπου, πράγμα που γίνεται καθότι αμετάβλητο. Ο μηχανισμός της εξέλιξης υποδηλώνει ότι όσοι οργανισμοί προσαρμοστούν στο περιβάλλον και επιβιώσουν θα κληροδοτήσουν το γενετικό τους υλικό στους απογόνους, εάν βέβαια κάνουν απογόνους. Συνεπώς τα είδη αλλάζουν μόνο μέσω της φυσικής επιλογής και όχι από επίκτητα χαρακτηριστικά. Το γεγονός αυτό έχει μεγάλη πολιτική σημασία, καθώς είναι αδύνατο να αλλάξουν τα γνωρίσματα ενός αλλόφυλου πληθυσμού μόνο και μόνο με την μετεγκατάστασή του σε άλλο περιβάλλον. Όλες οι προσπάθειες αφομοίωσης αλλόφυλων είναι αδύνατες και οδηγούν μόνο σε μίξεις και όχι σε νέες φυλές.

Άλλος μηχανισμός επιλογής είναι η σεξουαλική επιλογή. Το θηλυκό επιλέγει το αρσενικό με το οποίο θα δώσει απογόνους. Ο μηχανισμός αυτός είναι δευτερεύων, καθώς η επιλογή γίνεται ανάμεσα από ήδη επιβιώσαντες μέσω της φυσικής επιλογής. Ο Δαρβίνος μέσω της σεξουαλικής επιλογής αιτιολόγησε τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά φύλου, δηλαδή τα χαρακτηριστικά που διακρίνουν τα δύο φύλα και τα οποία δεν φαίνεται να βοηθούν στην επιβίωση. Κλασικό παράδειγμα η ουρά του παγωνιού, που εξελίχθηκε ώστε να του δίνει πλεονέκτημα ως προς την σεξουαλική επιλογή, ενώ το εμποδίζει στην επιβίωση, μειώνοντας την ευκινησία του. Στον άνθρωπο, το αρσενικό απέκτησε αυτά τα χαρακτηριστικά επειδή του έδιναν πλεονέκτημα ως προς την ελκυστική εμφάνιση ή ως προς την επιθετικότητα και τη δύναμη για να υπερνικήσει τα αντίπαλα αρσενικά.


Η έντονη διαφοροποίηση των δύο φύλων στον άνθρωπο δεν οφείλεται μόνο στην σεξουαλική επιλογή, γιατί με αυτόν τον τρόπο εξηγείται μόνο η διαφοροποίηση του άνδρα και όχι της γυναίκας. Ο σημαντικότερος λόγος της διαφοροποίησης είναι το γεγονός ότι το αρσενικό ως πιο επιθετικό από τη φύση του, από τα πρώτα χρόνια της ανθρωποποίησης ήταν αυτό που κυνηγούσε και αναζητούσε τροφή, ενώ το θηλυκό βρίσκονταν σε σπηλιές φροντίζοντας τα παιδιά. Συνεπώς η φυσική επιλογή επέδρασε πιο καταλυτικά στο αρσενικό, καθώς αυτό βρίσκονταν υπό συνεχή δοκιμασία και κίνδυνο, από ότι στο θηλυκό. Ο άνδρας προέκυψε πιο μεγαλόσωμος, δυνατότερος, με καλύτερη αντίληψη χώρου και ανώτερες πνευματικές ικανότητες σε σχέση με τη γυναίκα που ανέπτυξε συναισθηματικές ικανότητες και αγάπη για τα παιδιά και το σπίτι. Έτσι εξηγείται η κυριαρχία του άνδρα στις επιστήμες, τις τέχνες, την πολιτική και τα στρατιωτικά. Κανένα φύλο δεν είναι ανώτερο. Και τα δύο αλληλοσυμπληρώνονται με το καθένα να έχει διαφορετικό ρόλο δοσμένο από τη φύση, εξίσου σημαντικό για τη διαιώνιση του είδους.

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

Σκοπός της παρούσας μελέτης

Η βιοποικιλότητα είναι εγγενές χαρακτηριστικό της φύσης. Ο άνθρωπος αποτελεί μέρος της φύσης και συγκεκριμένα του ζωικού βασιλείου. Ως εκ τούτου εμφανίζονται έντονες διαφοροποιήσεις εντός του ανθρωπίνου είδους. Οι διαφορές αυτές μπορεί να είναι τόσο έντονες, που εύκολα γίνονται αντιληπτές. Εύκολα μπορεί κανείς να διαχωρίσει οπτικά έναν νέγρο από έναν ασιάτη της άπω ανατολής.

Οι διαφορές αυτές είναι σωματικές αλλά και ψυχικές. Με βάση τις διαφορές αυτές γίνεται η ταξινόμηση των ανθρώπων σε φυλές. Τις ανθρώπινες φυλές μελετά η επιστήμη της Φυλετικής Ανθρωπολογίας. Η τεράστια σημασία της φυλετικής ανθρωπολογίας έγκειται στις ψυχικές διαφορές των φυλών. Κάθε φυλή με τα διαφορετικά της ψυχικά γνωρίσματα επηρεάζει με τον δικό της τρόπο τα ιστορικά γεγονότα. Οι συγκρούσεις και οι αλληλεπιδράσεις λαών στην ιστορία έχουν υπόβαθρο φυλετικό. Η φυλή είναι η κινητήριος δύναμη της ιστορίας. Αντιθέτως, αν οι διαφορές ήταν μόνο στα εξωτερικά τους γνωρίσματα θα είχε ενδιαφέρον μόνο για καλλιτέχνες που ενδιαφέρονται για την απεικόνιση της ανθρώπινης μορφής. Ωστόσο, στη φύση σωματικά και ψυχικά γνωρίσματα αποτελούν μια αδιαίρετη ενότητα. Είναι αδύνατο δυο φυλές που διαφέρουν εξωτερικά να μην διαφέρουν και ψυχικά.

Πάνω σε αυτή τη λογική κινείται η παρούσα μελέτη της φυλετικής ανθρωπολογίας. Ενδιαφέρει και ο διαχωρισμός των φυλών, ο οποίος γίνεται κυρίως με βάση τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, αλλά και η επίδραση των φυλών στην ιστορία και στον πολιτισμό, με βάση τα ψυχικά τους χαρακτηριστικά.